τοιοῦδ'

τοιοῦδ'
τοιοῦδ'
τοιοῦδε , τοιόσδε
such as this: masc /neut gen sg

Morphologia Graeca. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τοιοῦδ' — τοιοῦδε , τοιόσδε such as this masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοιόσδε — οιάδε, όνδε, ιων. τ. θηλ. και τοιήδε, Α (δεικτ. αντων.) (επιτ. τ. τού τοῑος) 1. τέτοιος δα, τέτοιος όπως... («ἀοιδοῡ τοιοῡδ οἷος ὅδ ἐστί», Ομ. Οδ.) 2. (συχνά με επιτ. σημ.) τόσο μεγάλος, τόσο έξοχος ή τόσο κακός (α. «τοιόσδε τοσόσδε τε λαός», Ομ …   Dictionary of Greek

  • Αναξήνωρ — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Κιθαρωδός από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας (1ος αι. π.Χ.). Ο Μάρκος Αντώνιος τον διόρισε εισπράκτορα των δημόσιων φόρων τεσσάρων πόλεων. O Α. ήταν εξαιρετικά αγαπητός στους συμπατριώτες του που τον τίμησαν σαν θεό. 2 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”